, KOΥΓΚΙ 2015: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ-Ποιο είναι όμως το καλύτερο πολίτευμα .

ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΥΡΙΑΡΧΗ ΧΩΡΑ

9 Σεπτεμβρίου 2015

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ-Ποιο είναι όμως το καλύτερο πολίτευμα .



ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ-Ποιο είναι όμως το καλύτερο πολίτευμα .
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ-Ποιο είναι όμως το καλύτερο πολίτευμα .

11.

Ποιο είναι όμως το καλύτερο πολίτευμα για τις περισσότερες πόλεις και ποια η καλύτερη ζωή για τους περισσότερους ανθρώπους [36],

 που να μην απαιτούν αρετή ανώτερη του μέσου όρου όυτε παιδεία, που προϋποθέτει εξαιρετικά φυσικά χαρίσματα όσο και πλούσια υλικά μέσα, ούτε ιδανική πολιτεία, αλλά ένα τρόπο ζωής που μπορούν να συμμεριστούν οι περισσότεροι άνθρωποι και ένα πολίτευμα που μπορούν να το δεχθούν οι περισσότερες πόλεις; Τα πολιτεύματα που καλούνται αριστοκρατικά, για τα οποία μιλήσαμε, ή απέχουν πολύ από τις συνθήκες στις οποίες ζούν οι περισσότερες πόλεις ή γειτονεύουν με το πολίτευμα, το ονομαζόμενο πολιτεία (θα μιλήσουμε λοιπόν και για τα δυό σαν να ήταν ένα και μόνο). Τα στοιχεία στα οποία θα στηριχθούμε θα είναι τα ίδια.

Γιατί, αν σωστά όρισα στα Ηθικά πώς η ευτυχία έγκειται στην ανεμπόδιστη [37] άσκηση της αρετής και αρετή είναι η μεσότητα, τότε άριστη είναι η ζωή εκείνου που ζεί στην μεσότητα, σ’ εκείνη μάλιστα τη μεσότητα που μπορεί να φθάσει κάθε άνθρωπος [38]. Βάσει τούτων των όρων, αρετής και κακίας, πρέπει να κρίνουμε την πόλη και το πολίτευμα. Γιατί το πολίτευμα μπορεί να θεωρηθεί τρόπος ζωής της πόλης. Σ’ όλες τις πόλεις υπάρχουν τρία μέρη [39]. 

Οι πολύ πλούσιοι, οι πολύ φτωχοί και η Τρίτη τάξη ανάμεσα τους. Εφόσον όλοι συμφωνούν πως το μέσο και το μέτριο είναι άριστο, είναι φανερό πως καλύτερη είναι η μέση κατοχή όλων των καλών της τύχης. Η μεσαία τούτη τάξη ευκολότερα πειθαρχεί στη λογική. Ενώ οι υπερβολικά ωραίοι ή ισχυροί ή ευγενείς ή πλούσιοι, και αντίστοιχα οι υπερβολικά φτωχοί, αδύναμοι και ταπεινής καταγωγής, δύσκολα πείθονται στη λογική. 


Οι πρώτοι γίνονται αλαζόνες και ικανοί για μεγάλες απάτες, ενώ οι δεύτεροι κακοποιοί και ικανοί για μικρές απάτες. Από τα αδικήματα, όπως ξέρουμε, άλλα προκαλούνται από αλαζονία κι άλλα από κακότητα. Επιπλέον, όσοι ανήκουν στη μεσαία τάξη, ούτε από τη βουλή λιποτακτούν, ούτε θεσιθηρούν, πράγματα που είναι και τα δύο βλαβερά για τις πόλεις. Ακόμη, όσοι είναι υπερβολικά καλότυχοι, έχουν δηλαδή μεγάλη ισχύ και πλούτη και επιρροές και τα υπόλοιπα σχετικά ούτε θέλουν ούτε ξέρουν πως να άρχονται (πράγμα που μαθαίνουν στο σπίτι από παιδιά, εξ’ αιτίας της πολυτέλειας, που τους κάνει να μην υπακούουν ούτε στους δασκάλους τους). 

Όσοι πάλι είναι υπερβολικά φτωχοί καταντούν τιποτένιοι. Ώστε οι μεν δεν μαθαίνουν να άρχουν αλλά να υπακούουν δουλικά, οι δε να μην υπακούουν σε καμία αρχή και να άρχουν δεσποτικά. Τότε η πόλη καταντά πόλη δούλων κι αφεντάδων κι όχι ελεύθερων ανθρώπων. Καταντά πόλη όπου οι πρώτοι αισθάνονται φθόνο κι οι δεύτεροι καταφρόνια. Και τούτα τα αισθήματα απέχουν πολύ από τα αισθήματα φιλίας και κοινωνικής αλληλεγγύης, η κοινωνία θεμελιώνεται όμως στη φιλία, αφού κανείς δεν θέλει να γίνει ούτε καν συνοδοιπόρος με τον εχθρό του. 

Η πόλη επιθυμεί ν’ αποτελείται όσο είναι δυνατό από άτομα όμοια και ίσα, και τα προσόντα τούτα τα διαθέτει μάλλον η μεσαία τάξη. Ώστε κατ’ ανάγκη έχει καλύτερο πολιτικό βίο η πόλη που αποτελείται από τη φύση της από τέτοιους ανθρώπους. Επίσης στις πολεις, πιο ασφαλείς είναι τούτοι απ’ όλους τους πολίτες, γιατί ούτε επιθυμούν τις ξένες περιουσίες, όπως οι φτωχοί, ούτε όμως και τη δική τους περιουσία επιβουλεύονται άλλοι, όπως στην περίπτωση που οι φτωχοί επιθυμούν τις περιουσίες των πλουσίων. Έτσι ζούν ήσυχα, γιατί ούτε τους άλλους επιβουλεύονται, ούτε τους επιβουλεύονται άλλοι. Για τον λόγο τούτο ήταν σοφή η ευχή του Φωκυλίδη: «πολλά είναι τα άριστα στους μεσαίους κι εγώ μεσαίος θέλω να είμαι στην πόλη».

Είναι φανερό, λοιπόν, πως η πολιτική κοινωνία που αποτελείται από μεσαίους, είναι άριστη, και πως οι πόλεις που διακυβερνούνται σωστά είναι εκείνες, όπου η μεσαία τάξη είναι πιο πολυάριθμη και ισχυρή από τις άλλες δυο ή έστω και από μια από εκείνες. Γιατί αν προστεθεί στη μια από τις άλλες δυο, γέρνει τη ζυγαριά κι εμποδίζει την παρουσία των άκρως αντιθέτων. Μέγα ευτύχημα είναι λοιπόν το να έχουν οι πολίτες μεσαίες περιουσίες, που να επαρκούν όμως για τις ανάγκες τους. 

Όπου μερικοί έχουν πολύ μεγάλες περιουσίες και μερικοί απολύτως καμιά, εκεί το πολίτευμα καταντά είτε οχλοκρατία είτε άκρατη ολιγαρχία ή τυραννία. Γιατί, τόσο από την αυθαδέστατη οχλοκρατία όσο κι από την ολιγαρχία, δημιουργείται τυραννία, ενώ από τις μεσαίες τάξεις και τους κοντινούς σ’ αυτές, πολύ λιγότερο. Την αιτία του πολιτικού τούτου φαινομένου θ’ αναπτύξουμε αργότερα, όταν μιλήσουμε για τις πολιτειακές μεταβολές. Έγινε φανερό πως η μεσαία τάξη είναι η καλύτερη, γιατί είναι η μόνη που δεν επαναστατεί. 

Όπου η μεσαία τάξη είναι μεγάλη, εκεί γίνονται ελάχιστες στάσεις και αποστασίες. Στον ίδιο λόγο οφείλουν οι μεγάλες πόλεις το γεγονός πως εκεί δεν γίνονται στάσεις, στην ύπαρξη δηλαδή πολυάριθμης μεσαίας τάξης. Στις μικρές πόλεις, όμως, είναι εύκολο να περιληφθούν όλοι οι πολίτες στις δυο ακραίες τάξεις και να μη μείνει κανείς για την μεσαία, κι όλοι σχεδόν να είναι είτε άποροι είτε εύποροι. Χάρη στη μεσαία τάξη οι δημοκρατίες είναι πιο ασφαλείς και διαρκούν περισσότερο από τις ολιγαρχίες (γιατί είναι περισσότεροι και συμμετέχουν πιο πολύ στην εξουσία στις δημοκρατίες παρά στις ολιγαρχίες). 

Όταν όμως λόγω ανυπαρξίας μεσαίας τάξης, υπερτερήσουν οι άποροι, τότε η πόλη γρήγορα εκφυλίζεται και καταστρέφεται. Απόδειξη τούτου πρέπει να θεωρηθεί το γεγονός ότι οι καλύτεροι νομοθέτες προέρχονται από τη μεσαία τάξη. Και ο Σόλων (όπως δείχνουν τα ποιήματα του) ήταν μέσος πολίτης και ο Λυκούργος (που δεν ήταν βασιλιάς) και ο Χαρώνδας κι οι περισσότεροι σχεδόν από τους υπόλοιπους νομοθέτες.

Από ετούτα είναι φανερό γιατί οι περισσότερες πόλεις είναι άλλες δημοκρατικές κι άλλες ολιγαρχικές. Γιατί σ’ ετούτες η μεσαία τάξη είναι συχνά ολιγάριθμη και πάντα, όποιος κι αν υπερτερεί, είτε οι πλούσιοι είτε οι λαϊκές τάξεις, αυτοί που πλεοψηφούν μετατρέπουν το πολίτευμα προς το δικό τους συμφέρον, κι έτσι γίνεται οχλοκρατία, είτε ολιγαρχία. 

Επιπλέον, επειδή ανάμεσα στο πλήθος και τους πλουσίους συμβαίνουν συχνά επαναστάσεις κι ένοπλες συγκρούσεις, οποιοσδήποτε συμβεί να επικρατήσει, δεν εγκαθιστά πολίτευμα που ν’ αποβλέπει στο γενικό συμφέρον και στην ισότητα των πολιτών, αλλά, ως επινίκειο βραβείο, εγκαθιστά πολίτευμα που να δίνει υπεροχή στην τάξη του. Και οι μεν εγκαθιστούν δημοκρατικό πολίτευμα, ενώ οι άλλοι ολιγαρχικό. Αλλά και εκείνοι που πήραν την ηγεμονία στην Ελλάδα προσπάθησαν να επιβάλλουν το πολίτευμα που τους ήταν οικείο, κι έτσι μερικοί εγκατέστησαν δημοκρατία στις πόλεις κι άλλοι ολιγαρχία, αποβλέποντας κυρίως στο δικό τους συμφέρον κι όχι στο συμφέρον των πόλεων. 

Γι’ αυτές τις αιτίες, το μεταξύ των δυο τούτων ακροτήτων μέσο πολίτευμα ή ποτέ δεν εφαρμόστηκε ή λίγες φορές και σε λίγες πόλεις. Ένας και μόνο άνδρας, απ’ όσους έφτασαν μέχρι τώρα στην απόλυτη εξουσία, πείστηκε να εφαρμόσει τέτοιο πολίτευμα [40]. Τώρα πια, όσοι κατοικούν στις πόλεις, συνήθισαν να μην θέλουν πολιτική ισότητα και είτε ζητούν να αποκτήσουν την εξουσία, είτε υπομένουν την εξουσία όσων επικρατούν. 

Έγινε φανερό από τούτα, ποιο είναι το άριστο πολίτευμα και για ποιους λόγους. Από τα υπόλοιπα πολιτεύματα, επειδή είπαμε πως άλλα είναι δημοκρατικά κι άλλα ολιγαρχικά, εύκολα αντιλαμβάνεται κάποιος πώς να τα κατατάξει. Ποιο δηλαδή έχει την πρώτη θέση, ποιο τη δεύτερη ή όποια σειρά υπεροχής, αφού έχουμε προσδιορίσει ποιο είναι το άριστο πολίτευμα. Αναγκαστικά καλύτερο είναι εκείνο που πλησιάζει πολύ στη μορφή του μέσου πολιτεύματος, και χειρότερο εκείνο που απέχει περισσότερο, εκτός από τις περιπτώσεις που για ιδιαίτερους λόγους πρέπει να κρίνουμε διαφορετικά. Τούτο το λέγω διότι συμβαίνει συχνά, ενώ ένα πολίτευμα είναι προτιμότερο σε κάποιο λαό, τίποτα δεν εμποδίζει τον λαό τούτο να τον συμφέρει κι ένα άλλο.

12

Σχετικό με τούτα είναι και το θέμα, ποιο πολίτευμα και τι είδους συμφέρει ποιους και τι είδους ανθρώπους [41]. Ως βάση πρέπει να βάλουμε μια γενική αρχή: πρέπει να είναι ισχυρότερη η μερίδα της πόλης που θέλει το πολίτευμα αμετάβλητο, από τη μερίδα που θέλει να το μεταβάλλει. Κάθε πόλη αποτελείται από ποιότητα και ποσότητα. Ποιότητα εννοώ την ελευθερία, τον πλούτο, την παιδεία και την ευγενή καταγωγή, ποσότητα δε την αριθμητική υπεροχή του πλήθους.

 Είναι δυνατόν η ποιότητα να βρίσκεται σ’ άλλο μέρος από τα μέρη που αποτελούν την πόλη, και σ’ άλλο η ποσότητα. Για παράδειγμα, είναι περισσότεροι οι ταπεινής καταγωγής απ’ όσους έχουν ευγενή ή οι φτωχοί από τους πλούσιους• χωρίς όμως η υπεροχή της ποσότητας να καλύπτει τη διαφορά σε ποιότητα. Πρέπει λοιπόν να τα συγκρίνουμε αυτά μεταξύ τους. Παντού, όπου πάνω από την αναλογία τούτη υπερέχει το πλήθος, είναι φυσικό να υπάρχει δημοκρατία. Επικρατεί μάλιστα εκείνο το είδος δημοκρατίας, που προτιμά το κατ’ αριθμόν μεγαλύτερο μέρος του λαού.

 Αν, για παράδειγμα μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των γεωργών, επικρατεί το πρώτο είδος δημοκρατίας, αν είναι περισσότεροι οι χειρώνακτες και οι μεροκαματιάρηδες, επικρατεί το τελευταίο είδος δημοκρατίας. Το ίδιο συμβαίνει και με τα υπόλοιπα είδη δημοκρατίας, που παρεμβάλλονται. Όπου όμως υπερέχει η ποιότητα των εύπορων και εξέχοντων πολιτών, παρά η ποσότητα, φυσικό πολίτευμα είναι η ολιγαρχία. Ανάλογα μάλιστα με την αριθμητική υπεροχή του είδους του ολιγαρχικού πλήθους, εφαρμόζεται και το είδος της ολιγαρχίας που προτιμάται.

Πάντα όμως ο νομοθέτης πρέπει ν’ αποβλέπει στη μεσαία τάξη. Αν θέτει ολιγαρχικούς νόμους, πρέπει ν’ αποβλέπει στην μεσαία ολιγαρχική τάξη, αν θέτει δημοκρατικούς, ν ‘ αποζητά να προσελκύσει τη μεσαία δημοκρατική τάξη. Όπου όμως η μεσαία τάξη είναι μεγαλύτερη από τις άλλες δυό ακραίες ή μεγαλύτερη από τη μία έστω, εκεί ενδέχεται το πολίτευμα να παραμένει αμετάβλητο. 

Μιά και τίποτα δεν γεννά τον φόβο πως οι πλούσιοι θα συμφωνήσουν με τους φτωχούς για να επιτεθούν στη μεσαία τάξη. Γιατί κανείς από τους δυο δεν θα θελήσει να υποδουλωθεί στον άλλο. Άλλωστε, αν ζητούν πολίτευμα που να ικανοποιεί και τις δυο τάξεις, δεν θα βρούν άλλο εκτός από τούτο. Καθώς, λόγω της μεταξύ τους δυσπιστίας, δεν είναι δυνατόν καμιά από τις δυο τάξεις να ανεχθεί να κυβερνά η άλλη, έστω και εκ περιτροπής. Ο διαιτητής λοιπόν είναι αξιόπιστος για όλους, και διαιτητής είναι η μεσαία τάξη. 

Όσο καλύτερα συνδυαστούν τα στοιχεία μιας πόλης, τόσο μονιμότερο θα είναι το πολίτευμα. Πολλοί από εκείνους που θέλουν να ιδρύσουν αριστοκρατικά πολιτεύματα, κάνουν λάθος, γιατί προσφέρουν περισσότερα απ’ όσα πρέπει στους πλούσιους κι εξαπατούν τους φτωχούς. Γιατί με την πάροδο του χρόνου, αναγκαστικά, θα προκληθεί μεγάλο κακό από τα ψεύτικα αγαθά. Οι υπερβολικές αξιώσεις των πλουσίων μάλλον παρά των φτωχών καταστρέφουν την πόλη.

ΣΧΟΛΙΑ

36. Ο Αριστοτέλης αρχίζει τώρα την ανάλυση του δεύτερου ερωτήματος στο πρόγραμμα του• «Ποιο είναι το πιο παραδεκτό πέρα από το ιδανικό πολίτευμα;» Παρατηρούμε πως συνδέει το πολίτευμα με τον τρόπο ζωής. Δεν το θεωρεί απλά και μόνο κατανομή εξουσιών, αλλά και τρόπο ζωής που σκοπό έχει την επίτευξη κάποιας ποιότητας ζωής.

37. «Ανεμπόδιστη άσκηση της αρετής» προϋποθέτει κατοχή των απαιτούμενων «πόρων» πλούτου και υγείας.

38. Κατά την αριστοτελική θεωρία η αρετή γενικά αλλά και κάθε είδος της αποτελεί «μεσότητα» ανάμεσα στις «ακρότητες», που είναι το «πάρα πολύ» και το «καθόλου». Για παράδειγμα, η ανδρεία είναι η «μεσότητα» ανάμεσα στην «υπερβολή» απερισκεψία και την έλλειψη «δειλία».

39. Εδώ ο Αριστοτέλης ακολουθεί σκεπτικό παρόμοιο μ’ εκείνο που ανέπτυξε, όταν μετά από την ανάλυση των ειδών ολιγαρχίας και δημοκρατίας βάσει της πολιτικής τους δομής, συνέχισε με την ανάλυση της κοινωνικής τους σύνθεσης. Με τον ίδιο τρόπο, αφού αναλύθηκε η «πολιτεία» βάσει της πολιτικής της δομής, ως μείξη ολιγαρχίας και δημοκρατίας, συνεχίζει με την ανάλυση της κοινωνικής της διάρθρωσης. Βλέπουμε πως η «πολιτεία» αποτελεί το καλύτερο πολίτευμα για τα περισσότερα κράτη, επειδή αναμειγνύει τις τάξεις σε (ή κάτω από) μια κοινή και κυρίαρχη μεσαία τάξη. Τούτο αποτελεί νέα άποψη, ή τουλάχιστον προέκταση της προηγούμενης, μιας κι ένα πολίτευμα που αναμειγνύει στοιχεία ολιγαρχίας και δημοκρατίας δεν αποτελεί αναγκαστικά πολίτευμα όπου κυριαρχεί η μεσαία τάξη.

40. Οι σχολιαστές διαφωνούν για το ποιόν εννοεί εδώ ο Αριστοτέλης. Άλλοι ισχυρίζονται πως εννοεί τον Γέλωνα των Συρακουσών, άλλοι τον βασιλιά της Σπάρτης Θεόπομπο, άλλοι τον Κλεισθένη, άλλοι τον Παττακό, άλλοι τον Θηραμένη της Αθήνας, άλλοι τον Φαλέα τον Χαλκηδόνιο κι άλλοι τον Αντίπατρο. Το πιθανότερο είναι όμως να εννοεί τον Θησέα, μιας και ο Ισοκράτης στον Παναθηναϊκό τον περιγράφει με τα ίδια ακριβώς λόγια, όπως επίσης κι ο Πλούταρχος (Θησεύς 25) που παραδίδει πως «πρώτος αυτός στράφηκε στη λαϊκή μάζα, καθώς λέγει ο Αριστοτέλης, εγκαταλείποντας τη μοναρχία».

41. Ο Αριστοτέλης προχωρεί τώρα στο τρίτο στάδιο του προγράμματος μελέτης που έκανε.

ΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Άπαντα 2 - Πολιτικά Δ’
Εκδόσεις Κάκτος
σελίδες 145 - 157